19 Σεπτεμβρίου 2014

«Θεοί και σκύλοι» στο Φεστιβάλ της Καλαμάτας


ΜΕ ΤΟ ΔΙΕΘΝΕΣ ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΧΟΡΟΥ ΚΑΛΑΜΑΤΑΣ τίποτα πια δεν είναι ίδιο στο χορευτικό τοπίο της Ελλάδας, καθώς οι καλλιτεχνικές και εκπαιδευτικές ζυμώσεις και ο σκηνικός διάλογος που προάγει ο θεσμός έχουν καλλιεργήσει αρκετά το έδαφος όχι μόνο για την ποιοτική αναβάθμιση του σύγχρονου χορού σε όλη την επικράτεια αλλά και για την προαγωγή της θεωρητικής ενασχόλησης με τον χορό. Είκοσι χρόνια τώρα, παρακολουθούμε τις σύγχρονες αλλαγές και μεταμορφώσεις της χορευτικής τέχνης από όλα τα μήκη και πλάτη της γης και, παράλληλα, ό,τι καλύτερο έχει να επιδείξει η εγχώρια παραγωγή. Μέσα από αυτή την επαφή του γηγενούς με το αλλότριο, το μόνο βέβαιο είναι ότι βγαίνουν κερδισμένοι όλοι, θεατές και καλλιτέχνες. «Είναι μεγάλη η χαρά για μένα», μου λέει η καλλιτεχνική διευθύντρια Βίκυ Μαραγκοπούλου, «που βλέπω ότι αυτό το φεστιβάλ, με τις παραστάσεις του και -θέλω να πιστεύω- το ήθος του, ενέπνευσε, εμπλούτισε και επηρέασε κοινό και καλλιτέχνες, αλλά και την πολιτιστική πορεία της Ελλάδας, κυρίως στον χορό».

Όπως αναμενόταν, η 20ή διοργάνωση ήταν επετειακή! Μάλιστα, το μεγαλύτερο μέρος του προγράμματος φιλοξενήθηκε στο ολοκαίνουργο Μέγαρο Χορού με τις απαραίτητες υλικοτεχνικές υποδομές, γεγονός που ανέβασε και άλλο το επίπεδο της πολύπτυχης εκδήλωσης: οι μεγάλες παραστάσεις θέλουν τον χώρο τους! Μιλάμε για μια πολύ μεγάλων διαστάσεων ιταλική σκηνή με παραδοσιακή αυλαία από βαρύ κόκκινο βελούδο, άνετο επικλινές auditorium με θαυμάσια ορατότητα και ακουστική, και πολυλειτουργικούς βοηθητικούς χώρους (studio, υποδοχή κ.λπ.) που καθιστούν δυνατή την πραγματοποίηση και των πιο απαιτητικών παραστάσεων και κάθε είδους εκδηλώσεων! Αναμένεται μάλιστα ότι θα παραδοθεί προς γενική χρήση στο κοινό της πόλης και δεν θα λειτουργεί περιστασιακά με την αφορμή κάποιας υψηλής εκδήλωσης…

Παράσταση αιχμής του φετινού Φεστιβάλ ήταν αυτή από το παγκοσμίως φημισμένο Ολλανδικό Χοροθέατρο (Nederlands Dans Theater) υπό την καλλιτεχνική διεύθυνση του Πολ Λάιτφουτ. Για δύο βραδιές (17 και 18 Ιουλίου) οι νεότεροι του σχήματος (Nederlands Dans Theater 2, χορευτές ηλικίας 17-23 ετών) παρουσίασαν με απαράμιλλη τεχνική και εκφραστικότητα μια τετράπτυχη παράσταση αποτελούμενη από τις εξής χορογραφίες: “Gods and Dogs” (2008) του Γίρζι Κίλιαν, ο οποίος διηύθυνε καλλιτεχνικά την ομάδα επί 36 χρόνια (ως το 2011), “Shutters Shut” (2003) και  “Subject to Change” (2003) των Σολ Λεόν και Πολ Λάιτφουτ, και “Cacti” του πρώην χορευτή της ομάδας Αλεξάντερ Έκμαν. Κανένα από τα τέσσερα μέρη της παράστασης δεν εντυπωσίασε λιγότερο, όμως ας μου επιτραπεί να σταθώ ιδιαίτερα στη βραβευμένη και μάλιστα εκατοστή δημιουργία του Κίλιαν για το ιστορικό σχήμα από την Ολλανδία, χορογραφίες του οποίου έχουμε ξαναδεί στην Καλαμάτα. Επειδή -μας λέει ο καλλιτέχνης στην επίσημη ιστοσελίδα του- συχνά οι δημοσιογραφικές και άλλες αναφορές στο έργο του απέχουν από το πραγματικό περιεχόμενο της δουλειάς του, δηλαδή βρίσκονται σε ενοχλητική διάσταση με αυτά που ο ίδιος θεωρεί πως παρουσιάζει στη χοροθεατρική σκηνή του, είναι σκόπιμο, πριν εκθέσω πώς είδα το συγκεκριμένο έργο, να δώσουμε τον λόγο στον ίδιο προκειμένου να αντλήσουμε χρήσιμο πνευματικό υλικό που θα μας βοηθήσει σε μια πρώτη προσέγγιση:

 «Στην πορεία της ζωής μας», λέει μεταξύ άλλων ο Κίλιαν, «ψυχολογικές στροφές και μεταπτώσεις, επίκτητες ή κληρονομημένες, και ασθένειες θα γίνουν οι σταθεροί μας σύντροφοι. Κι έπειτα -ξαφνικά- έχοντας εισπνεύσει τόση πολλή ζωή, έχοντας εμπνευστεί από τόσο πολλές περιπέτειες, έχοντας δεχτεί τις τοξίνες τόσης ζωής, ξαφνικά ανακηρυσσόμαστε άρρωστοι, ασθενείς, διαταραγμένοι ή δυσλειτουργικοί. Αυτό ακριβώς το σύνορο ανάμεσα σε ‘κανονικότητα και παράνοια’, ανάμεσα σε ‘υγεία και ασθένεια’ και όλες οι νόρμες που καθορίζουν τη μία ή την άλλη είναι που με συναρπάζουν. Μπορεί να διαγνωσθεί οποιαδήποτε στιγμή της ζωής μας. Αλλά πότε ακριβώς είναι αυτή η στιγμή που μας ωθεί πέρα από το αόρατο σύνορο στον σκοτεινό κόσμο της τρέλας και της αρρώστιας, και ποιος θα είναι ο ‘Καθοριστικός Παράγων'…; Είναι παραπάνω από σαφές σε μένα ότι δεν είμαι ο πρώτος ούτε ο τελευταίος που ρωτά αυτά τα πράγματα, και νομίζω ότι κάθε νέα γενιά θα πρέπει να επανεξετάζει και να επαναπροσδιορίζει την αρχή και το τέλος των περιοχών της παράνοιας και της αρρώστιας. Αλλά, ανεξάρτητα από τα όρια μέσα στα οποία αυτές οι ανθρώπινες καταστάσεις θα καθοριστούν, είναι βέβαιο ότι καμία θετική πρόοδος δεν θα επιτευχθεί χωρίς τη βοήθεια μιας υγιούς δόσης της τρέλας».

«Όρια», «υγεία», «αρρώστια», «παράνοια», «κανονικότητα» είναι λοιπόν οι λέξεις-κλειδιά που μας βοηθούν να κατανοήσουμε τις αφαιρετικές κινητικές ανιχνεύσεις του δημιουργού και των χορευτών του Ολλανδικού Χοροθεάτρου -εκπροσώπων ακόμη μιας νέας γενιάς- μπροστά από μια τεράστια κουρτίνα από ασημένια σχοινιά που σχηματίζουν έναν τοίχο στο φόντο του χώρου χορευτικής δράσης. Σημείο τομής στην παράσταση είναι η διατάραξη αυτού του ορίου της σκηνής, το οποίο κατά πάσα πιθανότητα συμβολίζει και τη στιγμή για την οποία μας ρωτάει ο Κίλιαν. Είναι η στιγμή που αρχίζει να «παίζει» η διασκευή κλασσικής μουσικής του Μπεετόβεν από τον Ντιρκ Χάουμπριχ, ο οποίος βασίζεται στην ιδέα του χορογράφου. Ο παραγόμενος ήχος κόβει σαν μέταλλο. Τα φώτα που ανακλούν πάνω σε αυτό το διαταρασσόμενο όριο του σκηνικού χώρου τού προσδίδουν μια μεταλλική όψη (έτσι, σωστά ή λαθεμένα, κάποιοι στις περιγραφές τους μιλούν για κουρτίνα από μεταλλικά ελάσματα και όχι σχοινιά) και οι περφόρμερ χορεύουν στην κόψη του ήχου! Είναι σα να τεμαχίζεται η χορογραφία και άρα ο σκηνικός βίος, καθώς οι θεατές παρακολουθούμε σαν θεοί τους λυμένους χορευτές του Ολλανδικού Χοροθεάτρου να χορεύουν με σκυλίσια αντοχή και ορμή. Για όλους μας όμως ένα λυκόσκυλο (εικονικό, προβολή στο φόντο) έρχεται κάποια στιγμή μέσα στη νύχτα…