28 Μαρτίου 2018

Έντα Γκάμπλερ


Η ΕΝΤΑ ΓΚΑΜΠΛΕΡ είναι κόρη στρατηγού, εκπαιδευμένη από τον πατέρα της στη σκοποβολή και την ιππασία, αναθρεμμένη στον σκληρό κόσμο των ανδρών, ένα δύσκολο και ανικανοποίητο πλάσμα. Όταν ανοίγει η αυλαία του φερώνυμου δράματος του Χένρικ Ίμπσεν (1890), τη βρίσκουμε συμβατικά παντρεμένη με έναν κοινωνικά κατώτερό της άνδρα, αλλά πολλά υποσχόμενο μελετητή της ιστορίας του πολιτισμού, τον Γιόργκεν Τέσμαν. Πολυπόθητη γυναίκα, περιζήτητη νύφη, τον επέλεξε ανάμεσα στους υποψήφιους μνηστήρες επειδή της έταξε τα περισσότερα, πράγμα που σημαίνει ότι ενδιαφέρεται σημαντικά για τη διατήρηση των ανέσεων και την καλή ζωή που απαιτεί η αριστοκρατική καταγωγή της. Ωστόσο, το ανικανοποίητο του χαρακτήρα της δεν υπόσχεται κι αυτό την ευτυχία ούτε και υπό αυτούς τους όρους… Αδιάφορη εγωίστρια απέναντι στον σύζυγό της, υπεροπτική προς τη θεία του, Γιουλιάνε Τέσμαν, πλήττει αφόρητα μέσα στο γάμο της όχι τόσο εξαιτίας της ανιαρής καθημερινότητας ή της έλλειψης σκοπού όσο εξαιτίας -το εξομολογείται στον δικαστή Μπρακ- της «κλίσης της να πλήττει μέχρι θανάτου»! Ώσπου εμφανίζεται ξανά ο παλιός της «σύντροφος» και «πολύ στενός φίλος» Έιλερτ Λέβμποργκ, συγγραφέας με πρόσφατη μεγάλη επιτυχία, ο οποίος ετοιμάζεται να εκδώσει το νέο του βιβλίο για το μέλλον του πολιτισμού και έτσι να διεκδικήσει την ίδια καθηγητική θέση που επιθυμεί και ο Γιόργκεν Τέσμαν προκειμένου να ανταποκριθεί στις προσδοκίες της απαιτητικής συζύγου του. Ο Έιλερτ θυμίζει στην Έντα ότι είναι μια Γκάμπλερ όταν την αποκαλεί επίμονα με το πατρικό της. Και ο γάμος απειλείται πολλαπλά.
Όμως η Έντα έχει και άλλον ανοιχτό λογαριασμό από το παρελθόν της με τον Έιλερτ: κάποτε είχε υψώσει το όπλο της εναντίον του δειλιάζοντας να πατήσει τη σκανδάλη. Η παρούσα δραματική στιγμή επισπεύδει τη στιγμή της εξόφλησης και η Έντα είναι τώρα πάλι αντιμέτωπη με το φράγμα της δειλίας της. Με το έργο αυτό, ο Ίμπσεν τής παρέχει την κατάλληλη ευκαιρία να το ξεπεράσει και να απαλλαγεί από τη θανατηφόρα πλήξη της, να παίξει σοβαρά με τα πιστόλια της, να φερθεί επιτέλους σαν πραγματικός άνδρας στο ανδροκρατούμενο περιβάλλον της. Εν τέλει, μας προσφέρει μια μοντέρνα τραγωδία, που θα μπορούσε κάλλιστα να έγραφε ο Ευριπίδης αν ζούσε στην εποχή του σπουδαίου συγγραφέα από τη Νορβηγία. Είναι αρκετές οι στιγμές του δράματος όπου η Έντα θυμίζει ευριπίδεια ηρωίδα, κορυφαία ωστόσο εκείνη της καύσης του χειρόγραφου βιβλίου του Έιλερτ: ρίχνει στη φωτιά το «πνευματικό παιδί» του αντιπάλου του άνδρα της και παράγει έναν μακρινό απόηχο της Μήδειας: «Τώρα καίω, - τώρα καίω το παιδί» (μτφρ. Μαργαρίτα Μέλμπεργκ). Συμβολικά άλλωστε σκοτώνει και το παιδί που -ή θα μπορούσε να- κυοφορεί διαψεύδοντας την ύπαρξή του. Ο ρεαλισμός σε αυτό το σημείο συμβαδίζει με τον συμβολισμό. Η καταστροφική Έντα μαζί με το βιβλίο σκοτώνει και οποιοδήποτε μέλλον, καθότι το βιβλίο έχει ως περιεχόμενο το μέλλον του πολιτισμού. Το τραγικό λοιπόν έχει ονοματεπώνυμο και η τραγωδία τίτλο-κλειδί! Κατ’ ουσίαν, η Έντα δε γίνεται ποτέ αληθινή Τέσμαν. Πολεμάει με κάθε τρόπο για να παραμείνει μία Γκάμπλερ. Δηλαδή ένα σκοτεινό πρόσωπο που θα πυροδοτεί ερμηνείες στους αιώνες των αιώνων. Ο Ίμπσεν μιμείται με τόση ικανότητα και ακρίβεια τη ζωή, ώστε αφήνει ανοιχτά όλα τα απαραίτητα κενά που καθιστούν δυσχερή μια τελεσίδικη ερμηνεία. Είναι συγκλονιστικό το ότι κάτω από κάθε φράση της Έντας, κάθε λέξη και κάθε νεύμα, χαίνει απειλητική η άβυσσος. Ακόμη και η πιο πιστή περιγραφή των γεγονότων του δράματος δε μας απαλλάσσει από το σπέρμα της ερμηνείας…

Η Μάριτ Μουμ Άινε, η οποία σκηνοθετεί και χορογραφεί την «Έντα Γκάμπλερ» για το Εθνικό Μπαλέτο της Νορβηγίας, αναγνωρίζει στον συμπατριώτη της κάτι από το αρχαιοελληνικό τραγικό θέατρο και προσθέτει στη χοροθεατρική ερμηνεία της εξαιρετικά χορικά. Όμως η προσέγγισή της είναι αρκετά σύγχρονη, καθώς το κινητικό λεξιλόγιο της παράστασης κυμαίνεται από τον σύγχρονο χορό μέχρι την καθημερινή σωματική εκδήλωση, μάλιστα με απόλυτη ισορροπία. Παρακολουθεί προσηλωμένη το δράμα του Ίμπσεν και συχνά παραλληλίζει χρονοσκηνικά τα γεγονότα του παρελθόντος με σκηνές του παρόντος σαν να θέλει να δώσει μια ρεαλιστική εξήγηση όσων συμβαίνουν. Η παράσταση αρχίζει με τη μικρή Έντα να μεγαλώνει ανάμεσα στα πόδια των ανδρών. Στη συνέχεια, η Άινε παρατάσσει και άλλες εξωδραματικές σκηνές του μύθου, ανάμεσα στην ανύπαντρη Έντα και τον Έιλερτ, ανάμεσα στην κόρη και τον πατέρα της. Ειδικά στην πρώτη, καταλήγει με την Έντα ολόγυμνη να σημαδεύει με το όπλο τον Έιλερτ. Η Άινε τοποθετεί την Έντα με την πλάτη στους θεατές όχι από σεμνοτυφία, αλλά επειδή δε θέλει να προβάλει τη γυναικεία φύση της.

Ευρηματική είναι η χοροθεατρική συνάντηση του Γιόργκεν με τη θεία Τέσμαν, όπου η δεύτερη πλέκει τεράστιο το ένα μανίκι από τη ζακέτα του ανεψιού της. Το μανίκι συμβολίζει αφενός τον ομφάλιο λώρο που τον συνδέει με τη θεία του σαν να είναι μητέρα του, αφετέρου το βάρος που σηκώνει η θεία Τέσμαν για να επιτύχει ο γάμος: έχει υποθηκεύσει ως εγγυήσεις τα μερίσματα που έχει με την ετοιμοθάνατη αδελφή της.
Μια δραματουργική διαφοροποίηση ή παρέκκλιση παρατηρείται αργότερα. Κατά την είσοδο της κυρίας Έλβστεντ, τοποθετείται εμβόλιμα σκηνή σχολικού εκφοβισμού μεταξύ των μικρών συμμαθητριών Έντας και Έλβστεντ, καθώς η πρώτη δεν τραβάει τα μαλλιά τής δεύτερης (το υποδεικνύει το κείμενο), αλλά της αρπάζει το κολατσιό και της χύνει το γάλα μέσα στη σχολική τσάντα.
Υπέροχη είναι και η σκηνή όπου η Έντα αποφασίζει να καλέσει σε μονομαχία το παρελθόν της για να τελειώνει με αυτό μια και καλή. Ανοίγει τη μεγάλη κασετίνα με τα δύο πιστόλια και προσφέρει το ένα στον Έιλερτ. Δε φαντάζεται όμως πως αυτή η μονομαχία θα έχει δύο νεκρούς.
Ο Νιλς Πέτερ Μόλβερ συνθέτει το κατάλληλο μουσικό περιβάλλον για τη χοροθεατρική περίσταση. Ξεχωρίζουν τα τμήματα με την τρομπέτα που χρησιμοποιείται σαν καταθλιπτικό σαξόφωνο.
Στο φινάλε, τα πράγματα είναι ξεκάθαρα για την Άινε, η οποία θεωρεί απαραίτητη και μια σκηνογραφική λύση για να κωδικοποιηθεί μια αλησμόνητη εικόνα. Ένα παραλληλόγραμμο βάθρο-πλαίσιο χρησιμοποιείται σαν πρέσα για τη συντριβή της Έντας Γκάμπλερ και την αυτοκτονία της στα υπόγεια της σκηνογραφικής αυτής κατασκευής. Η Έντα, αυτό το ατίθασο άλογο, δεν μπορεί τελικά να ανεβεί στο βάθρο. Επάνω του είναι ο Γιόργκεν με την Τέα, που μέσα από τις σωζόμενες σημειώσεις προσπαθούν να αποκαταστήσουν το καμένο βιβλίο και άρα -συμβολικά- το μέλλον του πολιτισμού, και ο δικαστής Μπρακ. Το δραματικό βάρος των τριών προσώπων που πέφτει πάνω στην Έντα και τη συνθλίβει οπτικοποιείται κυριολεκτικά, καθώς η παραλληλόγραμμη κατασκευή κλ(ε)ίνει σαν μέγγενη, ενώ η Έντα οδηγείται με τη βία στον αυτοπυροβολισμό της, το «ωραίο τέλος» που οραματιζόταν πάντα σαν ηρωίδα αρχαιοελληνικού δράματος. Αλλά και σε αυτή την εικόνα η ερμηνεία καραδοκεί. Η Έντα βρίσκει στο τέλος δικαστές τα τρία αυτά πρόσωπα, όμως δεν είναι και οι τρεις ηθικά ισότιμοι. Ο δικαστής Μπρακ, ένας ωμός και ανήθικος εκβιαστής, …κατηφορίζει στο κεκλιμένο επίπεδο της κατασκευής.