02 Απριλίου 2018

Για τον Φαν Μάνεν του μπαλέτου

Ενσταντανέ από το αφιέρωμα στον Χανς φαν Μάνεν που παρουσίασε το Εθνικό Μπαλέτο της Ολλανδίας το 2017: "Metaforen" (1965), "Adagio Hammerklavier" (1973), "Frank Bridge Variations" (2005).

Η ΚΑΛΑΙΣΘΗΣΙΑ είναι αναμφισβήτητα η βασικότερη αρχή στο χορευτικό σύμπαν του Χανς φαν Μάνεν, του 86χρονου σήμερα χορογράφου από την Ολλανδία που έχει σφραγίσει ανεξίτηλα το μπαλέτο και γενικά τον έντεχνο χορό, στη χώρα του και όχι μόνο. Την καλαισθησία υπηρετεί εδώ και επτά δεκαετίες, επειδή τον ενδιαφέρει πάνω από όλα ο τρόπος που προσλαμβάνει ο θεατής το χοροθέαμα στην παράσταση. Και βέβαια την καλαισθησία δεν μπορεί παρά να εγγυάται η καθαρότητα της μορφής, των κινητικών μοτίβων και της ανάπτυξης της χορογραφίας. Όσον αφορά το περιεχόμενο, δηλαδή την αφήγηση κάποιας ιστορίας, δεν τον απασχολεί ιδιαίτερα, αφού δε θεωρεί τον εαυτό του καλό αφηγητή, ωστόσο δεν την απορρίπτει εντελώς. Για όλους αυτούς τους λόγους, αποφεύγει συστηματικά, σε όλη την καριέρα του, τη δημιουργία ολόκληρων μπαλέτων. Έτσι, ο περιορισμός της έκτασης, δηλαδή η δημιουργία κομματιών, του επιτρέπει να έχει τον απόλυτο και ακριβή έλεγχο του υλικού του. Εν τέλει, ο χορός του είναι προϊόν υβριδισμού. Επηρεασμένος στην αρχή από τη Γκράχαμ και τον Μπαλανσίν, αναμιγνύει κλασικό και μοντέρνο χορό με στοιχεία από τις πολεμικές τέχνες, τη γυμναστική και την καθημερινότητα του σώματος, για να συνθέσει τελικά το προσωπικό του, αναγνωρίσιμο στιλ.
Παράλληλα, ένα διάστημα ο Φαν Μάνεν ασχολείται με τη φωτογραφία. Δεν είναι απόλυτα σαφές αν η φωτογραφική οπτική των πραγμάτων επηρεάζει καθοριστικά τη χορογραφική αισθητική του ή το αντίστροφο, το βέβαιο όμως είναι ότι η φωτογραφικότητα είναι συστατική ποιότητα του συνόλου της δουλειάς του. Άλλωστε κοινά ανάμεσα στη χορογραφική του γλώσσα και τη φωτογραφική είναι τα θέματα του φύλου και της σεξουαλικότητας, με τον ερωτισμό να περισσεύει και στους δύο τομείς. «Αυτό που συμβαίνει ανάμεσα σε δύο ανθρώπους», λέει το 2007, «είναι πάντα ερωτικό. Χωρίς ερωτισμό, δεν υπάρχει ζωή». Έτσι, συναντάμε στο έργο του πλήθος από «ανεξάρτητα ντουέτα» -μάλιστα «σε απειλητικό βαθμό» λέει ο ίδιος. Κι ωστόσο, στην αναγνωρισμένη διεθνώς ενασχόλησή του με τη φωτογραφία, ο ομοερωτισμός δηλώνεται ευθέως, ενώ στους χορούς του προβληματίζει η απουσία της ίδιας τόλμης. Ίσως αυτός ο συντηρητισμός είναι που τον οδηγεί να αναζητήσει διέξοδο σε άλλη τέχνη.

Το αφιέρωμα -ακόμα ένα- στον «Φαν Μάνεν του Μπαλέτου», που παρουσίασε τον Σεπτέμβρη του 2017 το Εθνικό Μπαλέτο της Ολλανδίας, αποτελούμενο από τρία έργα του (“Metaforen”, “Adagio Hammerklavier”, “Frank Bridge Variations”) -δηλαδή από την αρχή, τη μέση, ας πούμε, και το τέλος της καριέρας του- μας δίνει θέα στο σύνολο της πολυάριθμης (πάνω από 120 κομμάτια) χορογραφικής του δημιουργίας για να δούμε τα θεμελιώδη ποιοτικά της γνωρίσματα και να κατανοήσουμε γιατί συγκαταλέγεται στους μεγάλους του χορού.
Είναι αδύνατο να χαθεί ο θεατής σε δαιδαλώδεις ατραπούς και νεφελώματα στη χορευτική σκηνή του ολλανδού μάστερ, όπου όλα χωροθετούνται με εύσχημο τρόπο. Οι σωματικές σχέσεις διαγράφονται με σαφήνεια, απλότητα και συμμετρία, καθώς εδραιώνεται η ισχυρή εντύπωση ότι η κίνηση διπλασιάζεται και πολλαπλασιάζεται μέσα από αόρατους καθρέπτες, όχι μόνο μέσα στο ίδιο το κομμάτι αλλά και από έργο σε έργο.
Η φωτογραφικότητα είναι παρούσα στα αναρίθμητα ενσταντανέ των χορογραφιών. Ειδικά στο “Adagio Hammerklavier”, το οποίο θεωρείται το αριστούργημα του Βαν Μάνεν, ο θεατής χαίρεται να απαθανατίζει με το φακό της μνήμης ή της φωτογραφικής μηχανής τις καταλήξεις των κινητικών φράσεων και των επαναλαμβανόμενων μοτίβων. Ψηλά στο φόντο της σκηνής, κυματίζει μεγάλη κουρτίνα κι έτσι παραλληλίζεται με τους ωραίους κυματισμούς της κίνησης. Στο πιάνο η Όλγα Κοζιίνοβα δένει τη μουσική του Μπεετόβεν άρρηκτα με τη χορογραφία και οι χορευτές ταυτίζονται και αισθάνονται ανεπανάληπτα ακόμη και τον παραμικρό απόηχο νότας… Ναι, είναι αριστούργημα!