08 Ιουλίου 2018

Πολυεθνικές "Τρωάδες" στους Δελφούς


Η Νιόβη Χαραλάμπους ως συνταρακτική Ανδρομάχη την ώρα που θρηνεί τον Αστυάνακτα και μετά τον κατατρώγει (ωμοφαγία)

ΠΛΗΘΑΙΝΟΥΝ οι παραστάσεις που μεταδίδονται ζωντανά μέσω του διαδικτύου κι έτσι η παραδοσιακή εμπειρία του να πηγαίνεις θέατρο αλλάζει, όπως αλλάζει και η παλαιότερη αντίληψη ότι το θέατρο εξ ορισμού είναι ένα περιορισμένης εμβέλειας επικοινωνιακό σχήμα. Με την τεχνολογική συνδρομή, μια παράσταση μπορεί πια να απευθύνεται σε απεριόριστο κοινό χωρίς να καταργείται η αίσθηση του "εδώ και τώρα". Για την ακρίβεια, μπορεί το "εδώ" (ο τόπος της θέασης και του θεατή) να μην είναι το "εκεί" (ο τόπος της παράστασης) ή, αλλιώς, το "εκεί" να μετατρέπεται σε ένα απέραντο "εδώ", πάνω από όλα όμως διατηρείται η ουσία του "συμβαίνει τώρα". Ταυτόχρονα αναιρείται και η εμπορική διάσταση του θεατρικού φαινομένου, αφού ο διαδικτυακός (τηλε)θεατής του θεάτρου δεν πληρώνει εισιτήριο και κατά συνέπεια γίνεται δέκτης προσφοράς θεάτρου -την οποία άραγε αντιμετωπίζει για τον λόγο αυτό και ευνοϊκότερα; Το βέβαιο πάντως είναι πως η ζωντανή μετάδοση της θεατρικής παράστασης αποσκοπεί αλλού... Και, στην περίπτωση των "Τρωάδων" του Θεόδωρου Τερζόπουλου που με απασχολεί τώρα (Αρχαίο Θέατρο Δελφών, 7 Ιουλίου 2018), ο πολυεθνικός θίασος από έξι χώρες (Βοσνία, Ελλάδα, Ισραήλ, Κροατία, Κύπρος, Συρία) θέτει ως επιβεβλημένη την ταυτόχρονη θεατρική επικοινωνία με ένα πολυεθνικό κοινό, η υπέρβαση των ορίων τίθεται ...από κατασκευής!
Πρόκειται για μια ακόμη από τις σοβαρές εκείνες στιγμές του θεάτρου που αξίζει να δουν όσο το δυνατόν περισσότεροι, αν όχι όλοι! Διότι, καθώς υποδεικνύει και η σκηνική εγκατάσταση του Τερζόπουλου, η στρατιωτική μπότα, όπου κι αν πατάει, όποιος κι αν τη φοράει, είναι μπότα και είναι πάντα μαύρη. Την εγκατάσταση αυτή θα ανελάμβανε ο Γιάννης Κουνέλλης, όμως δεν πρόλαβε. Ωστόσο, η εικαστική αναφορά στο έργο του δεν παύει να υπάρχει έστω κι έτσι... Μαύρες στρατιωτικές μπότες λοιπόν (άρβυλα), χρησιμοποιημένες (δε γνωρίζω πού τις βρήκε ο Τερζόπουλος, αλλά δεν έχει ιδιαίτερη σημασία, αφού η μπότα είναι πάντα μπότα), είναι τοποθετημένες στην ορχήστρα σε σχήμα σπείρας (του Αρχιμήδη) που εκκινεί από το κέντρο. Για να είμαι ακριβής, η σπείρα αυτή -του θανάτου- εγγράφεται σε έναν κύκλο από μπότες, στον κύκλο της βίας και της επιβολής. Κατά τη διάρκεια της παράστασης, οι γυναίκες του θιάσου τις σκορπίζουν είτε με τα βήματά τους είτε με τα χέρια χαλώντας τους κυκλικούς σχηματισμούς, αποδομώντας τη σπείρα και τον κύκλο της βίας! Όμως δρουν και πάσχουν πάντα στο ίδιο τοπίο από σκόρπιες μπότες, σκόρπιες κι αυτές σαν αντικείμενα... Όπως στην τραγική έκβαση με τον κοπετό*, καθώς περιμένουν να τις πάρουν για λάφυρα οι νικητές. (Η ανάμνηση του θρυλικού "Café Müller" της αξέχαστης Πίνα Μπάους, με τους χορευτές να κινούνται ανάμεσα στα σκόρπια τραπεζοκαθίσματα, με κυνηγάει κι εδώ, άλλη μια φορά...)
Σε αυτό το διάβημα, ο τερζοπουλικός φορμαλισμός υπηρετεί έξοχα το ιδεολογικό περιεχόμενο των "Τρωάδων" του Ευριπίδη. Η δε ύπαρξη ισορροπίας ανάμεσα στη σωματικότητα και την πνευματικότητα το καθιστά εξαιρετική περίπτωση. Αυτό που θέλω να πω είναι ότι η μορφή δε λειτουργεί σε βάρος του περιεχομένου, δεν έχουμε επίδειξη της μεθόδου Τερζόπουλου, αλλά χρήση αυτής για να μεταδοθεί το νόημα. Μάλιστα, στη σκηνή Μενελάου και Ελένης, η ειρωνική διαγραφή των χαρακτήρων, που ενυπάρχει στο ευριπίδειο λιμπρέτο, ουσιοποιείται υποδειγματικά. Να μου επιτραπεί η έκφραση: ο Τερζόπουλος ξεσκίζει την -γεμάτη φρουφρού, οπερατικές κορώνες και αρχαία ελληνικά- τηλεοπτική Ελένη με πίστη στο ευριπίδειο πνεύμα, το ίδιο και τον Μενέλαο με το σιδερένιο δεξί χέρι. Τολμώ να πω ότι εδώ ξεφτιλίζεται ολάκερη η Δεξιά, κάτι που μου θυμίζει ένα άλλο διάβημα, όπου ξεφτιλιζόταν η Αριστερά, τη "Λυσιστράτη" του Μαρμαρινού. Αλλά η διατύπωση είναι τουλάχιστον άστοχη, διότι δεν είναι δυνατό να ξεφτιλίσεις κάτι που έχει ήδη φροντίσει να ξεφτιλιστεί μόνο του!

Ειλικρινά έχω βαρεθεί -είκοσι χρόνια τώρα- να γράφω για το θέατρο. Όχι ότι μου το ζητεί κάποιος ή μου το επιβάλλουν. Και το θέατρο του Τερζόπουλου, νεκρόφιλο, ανθρωπολογικό, είναι πια γνωστό σε όποιον ενδιαφέρεται για αυτή την τέχνη και παρακολουθεί. Αλλά είναι κάτι στιγμές θεάτρου, που σε υποχρεώνουν να ασχοληθείς και να μιλήσεις. Όπως η στιγμή από τις "Τρωάδες" του Τερζόπουλου με τη Νιόβη Χαραλάμπους-Ανδρομάχη που θρηνεί και κατατρώγει τον Αστυάνακτα για να μην πέσει στα χέρια των εχθρών. Παιδί δεν υπάρχει στη σκηνή, μόνο ένα κουτί κι ένα τεμάχιο κόκκινου υφάσματος. Το παιδί είναι απλώς ένα κόκκινο πανί. Το κόκκινο πανί είναι το αίμα που τρέχει από την ωμοφαγία. Η Νιόβη υπερβαίνει τα πάντα και σε αναγκάζει να κοιτάξεις στα μάτια την ουσία. Ναι, ακολουθεί τη μέθοδο Τερζόπουλου, αλλά δεν είναι αυτοσκοπός η προβολή αυτής της μεθόδου. Με αυτόν τον τρόπο η ηθοποιός τη δικαιώνει καλύτερα και της αποδίδει την πραγματική της υψηλή αξία. Ξεχνάς τα πάντα εκείνη την ευλογημένη στιγμή: το θέατρο, τον συγγραφέα, τον σκηνοθέτη... Δε σε απασχολεί το θέμα της ερμηνείας. Έχεις την τύχη να βλέπεις ολόγυμνη την αλήθεια, καθώς η μορφή ταυτίζεται με το περιεχόμενο. Για τη Νιόβη Χαραλάμπους λοιπόν θέλω περισσότερο να γράψω αυτό το κείμενο. Την κόρη του Νίκου Χαραλάμπους και της Μαρίας Μίχα, οι οποίοι, εκτός των άλλων, χάρισαν στο θέατρό μας ένα τέτοιο διαμάντι.

* Κοπετό ονομάζω τα χτυπήματα των χεριών στο έδαφος της ορχήστρας.